Γιάννη μου,
το "μου" -μην ανησυχείς- δεν είναι για σένα, είναι για μένα.
Είναι ένα δικαίωμα που απέκτησα επάνω σου, λόγω καιρού , κάτι σαν χρησικτησία, ένα εθιμικό δίκαιο, "μου", "ο Γιάννης μου" γιατί έτσι θα καταλάβεις για ποιόν μιλάω...
Έχει περάσει τόσος καιρός που και 'γω πια σταμάτησα να τον μετράω, να τον υπολογίζω. Λέω απλά "άλλη μια μέρα χωρίς τον Γιάννη μου" και περνάνε οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια, έτσι, χρόνος χωρίς τον Γιάννη μου.
Ήθελα όμως να μάθαινα τα νέα σου με κάποιον τρόπο να ήξερα πού είσαι κι αν είσαι καλά ... μόνο αυτό ! Να μην μάθω τίποτε άλλο. Δε θέλω. Τί άλλο να μάθω ? Ότι είσαι καλά ? Ότι είσαι ευτυχισμένος χωρίς εμένα ή δυστυχισμένος χωρίς εμένα ? Να μάθω ότι προχώρησες την ζωή σου χωρίς εμένα ? Ή ότι την έβαλες σε παύση, όπως κι εγώ χωρίς εσένα ? Και τα δύο ο ίδιος πόνος, η ίδια θλίψη. Η ίδια απελπισία "Τί θα γινόταν αν ... ;"
Η ίδια ερώτηση "Γιατί ;" . Η ίδια γ@μημένη ερώτηση "Γιατί ;" Έτσι. Μόνη της. Χωρίς τίποτε άλλο. Έτσι. Σαν ξερόκλαδο δίπλα στο γάργαρο ποτάμι. Σαν αέρας πάνω από τα μαλλιά σου. Έτσι. Όπως τρως, όπως πίνεις, όπως κοιμάσαι - αν κοιμάσαι -, έτσι ρωτάω "Γιατί;" τόσα χρόνια. Κάποια στιγμή νομίζω καταλαβαίνω. Σαν από το βάθος του μυαλού να αναβλύζει μια απάντηση. Αλλά δεν μπορώ να την ακούσω. Βγαίνει μέσα από τα έγκατα της ψυχής μου και των σπλάχνων μου και βουίζει. Και μόλις πάω να την αφουγκραστώ, σταματάει. Σιωπαίνει. Της φωνάζω, την ξαναρωτάω επίμονα, θυμωμένα : Πες μου γιατί ? Ουρλιάζω ... Εσύ ήσουν εκεί. Ήμουν κι εγώ εκεί. Και άλλοι. Κάποιοι άλλοι διάφοροι. Αδιάφοροι. Βλέπω ξανά και ξανά την σκηνή σαν αστυνομικός που βλέπει το έγκλημα από την κάμερα ασφαλείας. Γιατί ; Τί πήγε στραβά ; Διαβάζω γράμματα, ημερολόγια, στίβω το μυαλό μου. Γιατί ;
Κι όσο στέκει εκεί έτσι ξερό κι επίμονο δεν μπορώ να προχωρήσω μπροστά. Ξέρεις γιατί ? Γιατί φοβάμαι ότι αν δεν μάθω τί έγινε, τί έκανα και ο έρωτας της ζωής μου απλά προτίμησε να κρυφτεί; να χαθεί; να αποχωρήσει; μπορεί να το επαναλάβω. Και άμα το επαναλάβω, μπορεί να πάθω ό,τι έπαθα μετά από εσένα. Εσύ δεν ξέρεις. Δεν ήσουνα εκεί.
Μα η Θλίψη, Γιάννη μου, σε κάνει μεγάλη πουτ@ν@. Σε γ@μ@ει χωρίς έλεος, και μετά σ' αφήνει έρμαιο πεταμένο στο δρόμο, να σε φάει όποιο άγριο θηρίο βρεθεί κοντά. Κι εμένα πήγε να με φάει το θηρίο, και με πολύ μεγάλο κόπο γλίτωσα. Μα οι πληγές, ο πόνος, το σοκ δεν σ' αφήνουνε ποτέ, να το ξέρεις.
Έβαλα λοιπόν κι εγώ μια παύση στο δρόμο μου, Γιάννη μου, μια παύση μέχρι να μάθω τί έκανα ? Τί στα γ@μίδι@ έκανα, Γιάννη μου, να το ζήσω αυτό. Τί στο π..τσο έκανα να το αξίζω αυτό; Αυτήν την αδικία. Αυτήν την π...στιά. Αυτήν τη γ@μημένη την ξεφτίλα. Και επειδή δεν θα το μάθω προφανώς ποτέ, θα στέκω βουβή και ακίνητη μπροστά στο ακλόνητο "Γιατί;" μου - είδες κι αυτό "μου", Γιάννη μου, γιατί τόσα χρόνια μου ανήκει πια. Θα στέκει κι αυτό μπροστά μου, να μου κόβει το δρόμο, να με εμποδίζει να πάω παραπέρα. Να μην συνεχίσω. Όχι πριν του απαντήσω. Πριν του πω. Πριν του δώσω το συνθηματικό για να μου ανοίξει την πόρτα.
Η ζωή, Γιάννη μου, η ζωή που χάθηκε στην σκόνη...
το "μου" -μην ανησυχείς- δεν είναι για σένα, είναι για μένα.
Είναι ένα δικαίωμα που απέκτησα επάνω σου, λόγω καιρού , κάτι σαν χρησικτησία, ένα εθιμικό δίκαιο, "μου", "ο Γιάννης μου" γιατί έτσι θα καταλάβεις για ποιόν μιλάω...
Έχει περάσει τόσος καιρός που και 'γω πια σταμάτησα να τον μετράω, να τον υπολογίζω. Λέω απλά "άλλη μια μέρα χωρίς τον Γιάννη μου" και περνάνε οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια, έτσι, χρόνος χωρίς τον Γιάννη μου.
Ήθελα όμως να μάθαινα τα νέα σου με κάποιον τρόπο να ήξερα πού είσαι κι αν είσαι καλά ... μόνο αυτό ! Να μην μάθω τίποτε άλλο. Δε θέλω. Τί άλλο να μάθω ? Ότι είσαι καλά ? Ότι είσαι ευτυχισμένος χωρίς εμένα ή δυστυχισμένος χωρίς εμένα ? Να μάθω ότι προχώρησες την ζωή σου χωρίς εμένα ? Ή ότι την έβαλες σε παύση, όπως κι εγώ χωρίς εσένα ? Και τα δύο ο ίδιος πόνος, η ίδια θλίψη. Η ίδια απελπισία "Τί θα γινόταν αν ... ;"
Η ίδια ερώτηση "Γιατί ;" . Η ίδια γ@μημένη ερώτηση "Γιατί ;" Έτσι. Μόνη της. Χωρίς τίποτε άλλο. Έτσι. Σαν ξερόκλαδο δίπλα στο γάργαρο ποτάμι. Σαν αέρας πάνω από τα μαλλιά σου. Έτσι. Όπως τρως, όπως πίνεις, όπως κοιμάσαι - αν κοιμάσαι -, έτσι ρωτάω "Γιατί;" τόσα χρόνια. Κάποια στιγμή νομίζω καταλαβαίνω. Σαν από το βάθος του μυαλού να αναβλύζει μια απάντηση. Αλλά δεν μπορώ να την ακούσω. Βγαίνει μέσα από τα έγκατα της ψυχής μου και των σπλάχνων μου και βουίζει. Και μόλις πάω να την αφουγκραστώ, σταματάει. Σιωπαίνει. Της φωνάζω, την ξαναρωτάω επίμονα, θυμωμένα : Πες μου γιατί ? Ουρλιάζω ... Εσύ ήσουν εκεί. Ήμουν κι εγώ εκεί. Και άλλοι. Κάποιοι άλλοι διάφοροι. Αδιάφοροι. Βλέπω ξανά και ξανά την σκηνή σαν αστυνομικός που βλέπει το έγκλημα από την κάμερα ασφαλείας. Γιατί ; Τί πήγε στραβά ; Διαβάζω γράμματα, ημερολόγια, στίβω το μυαλό μου. Γιατί ;
Κι όσο στέκει εκεί έτσι ξερό κι επίμονο δεν μπορώ να προχωρήσω μπροστά. Ξέρεις γιατί ? Γιατί φοβάμαι ότι αν δεν μάθω τί έγινε, τί έκανα και ο έρωτας της ζωής μου απλά προτίμησε να κρυφτεί; να χαθεί; να αποχωρήσει; μπορεί να το επαναλάβω. Και άμα το επαναλάβω, μπορεί να πάθω ό,τι έπαθα μετά από εσένα. Εσύ δεν ξέρεις. Δεν ήσουνα εκεί.
Μα η Θλίψη, Γιάννη μου, σε κάνει μεγάλη πουτ@ν@. Σε γ@μ@ει χωρίς έλεος, και μετά σ' αφήνει έρμαιο πεταμένο στο δρόμο, να σε φάει όποιο άγριο θηρίο βρεθεί κοντά. Κι εμένα πήγε να με φάει το θηρίο, και με πολύ μεγάλο κόπο γλίτωσα. Μα οι πληγές, ο πόνος, το σοκ δεν σ' αφήνουνε ποτέ, να το ξέρεις.
Έβαλα λοιπόν κι εγώ μια παύση στο δρόμο μου, Γιάννη μου, μια παύση μέχρι να μάθω τί έκανα ? Τί στα γ@μίδι@ έκανα, Γιάννη μου, να το ζήσω αυτό. Τί στο π..τσο έκανα να το αξίζω αυτό; Αυτήν την αδικία. Αυτήν την π...στιά. Αυτήν τη γ@μημένη την ξεφτίλα. Και επειδή δεν θα το μάθω προφανώς ποτέ, θα στέκω βουβή και ακίνητη μπροστά στο ακλόνητο "Γιατί;" μου - είδες κι αυτό "μου", Γιάννη μου, γιατί τόσα χρόνια μου ανήκει πια. Θα στέκει κι αυτό μπροστά μου, να μου κόβει το δρόμο, να με εμποδίζει να πάω παραπέρα. Να μην συνεχίσω. Όχι πριν του απαντήσω. Πριν του πω. Πριν του δώσω το συνθηματικό για να μου ανοίξει την πόρτα.
Η ζωή, Γιάννη μου, η ζωή που χάθηκε στην σκόνη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου